Anonymous

πομπικός: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_11)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πομπικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς δημοτελῆ πομπήν, π. [[ἵππος]], [[ἵππος]] τῆς πόλεως εἰς πομπὰς [[χρήσιμος]], Ξεν. Ἱππ. 11, 1, πρβλ. [[Πολυδ]]. Α΄, 211· [[στέμμα]] Διόδ. 18. 26· ἅρμα Δίων Κ. 50. 34· [[μέλος]] Πλουτ. Αἰμίλ. 33, κτλ.· ― μεταφορ., πομπώδης, ἐπιδεικτικός, [[ὄψις]] Πλουτ. Μάρ. 22· ἐπὶ τοῦ ὕφους τοῦ Ἰσοκράτους, Διον. Ἁλ. π. Ἰσαί. 19, πρβλ. Λογγῖν. 8. Ἐπίρρ. -κῶς, ὁ αὐτ. 32, κτλ.
|lstext='''πομπικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς δημοτελῆ πομπήν, π. [[ἵππος]], [[ἵππος]] τῆς πόλεως εἰς πομπὰς [[χρήσιμος]], Ξεν. Ἱππ. 11, 1, πρβλ. [[Πολυδ]]. Α΄, 211· [[στέμμα]] Διόδ. 18. 26· ἅρμα Δίων Κ. 50. 34· [[μέλος]] Πλουτ. Αἰμίλ. 33, κτλ.· ― μεταφορ., πομπώδης, ἐπιδεικτικός, [[ὄψις]] Πλουτ. Μάρ. 22· ἐπὶ τοῦ ὕφους τοῦ Ἰσοκράτους, Διον. Ἁλ. π. Ἰσαί. 19, πρβλ. Λογγῖν. 8. Ἐπίρρ. -κῶς, ὁ αὐτ. 32, κτλ.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br /><b>1</b> qui concerne les processions, pompes <i>ou</i> cérémonies publiques;<br /><b>2</b> pompeux, de montre, d’apparat.<br />'''Étymologie:''' [[πομπή]].
}}
}}