3,277,301
edits
(6_14) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δόμος''': ὁ, ([[δέμω]]), Λατ. domus, 1) [[οἰκία]], Ὅμ., κλπ.· [[ὡσαύτως]], [[μέρος]] τῆς οἰκίας, [[δωμάτιον]], [[θάλαμος]], Ὀδ. Θ. 57., Χ. 204. - [[ἐντεῦθεν]] [[συχνάκις]] κατὰ πληθ. ἐπὶ οἰκίας, Ὅμ., καὶ οὕτω συνήθως παρὰ Τραγ., [[μάλιστα]] ὁ Σοφ. ἔχει τὸν ἑνικὸν μόνον δίς· σχεδὸν ἀποκλειστικῶς ποιητικόν· ἀντ' [[αὐτοῦ]] δὲ παρὰ πεζοῖς ὑπάρχει [[οἶκος]] ἢ [[οἰκία]]. 2) ἡ [[κατοικία]] θεοῦ, [[ναός]], Διὸς [[δόμος]], δ. Ἀρτέμιδος, κτλ., Ὅμ., Τραγ., κτλ.· Ἐρεχθῆος πυκινὸν δόμον, τὸν οἶκον τοῦ Ἐρεχθέως, δηλ. τὸν ναὸν τῆς Ἀθηνᾶς, Ὀδ. Η. 81· Ἄϊδος δ., ἐπὶ τοῦ [[κάτω]] κόσμου, Ἰλ. Γ. 322, κτλ.· [[ὡσαύτως]], εἰν Ἀΐδαο δόμοισι Χ. 52, καὶ οὕτω παρὰ Τραγ., [[μυστοδόκος]] δ., ἐπὶ τοῦ ἐν Ἐλευσῖνι ναοῦ, Ἀριστοφ. Νεφ. 303· - ἐπὶ ταύτης τῆς ἐννοίας ὁ ἑνικὸς [[εἶναι]] κοινότατος· ἀλλ' ὁ πληθ. [[εἶναι]] [[ὡσαύτως]] συχνὸς παρὰ τοῖς Τραγ.· [[θάλαμος]] ἐντὸς ναοῦ, [[χρύσεος]] [[δόμος]] ἐν Διὸς οἴκῳ Θεόκρ. 17. 17. 3) ἐπὶ ζῴων, [[μάνδρα]], Ἰλ. Μ. 301· σφηκὼν ἢ [[μελισσών]], [[σίμβλος]], [[αὐτόθι]] 169. 4) ἐν Εὐρ. Ἀλκ. 160 κέδρινοι δόμοι [[εἶναι]] [[θήκη]] ἢ [[κιβώτιον]] ἐκ κέδρου. ΙΙ. παρὰ Τραγ. [[ὡσαύτως]], ὁ [[οἶκος]], δηλ. ἡ οἰκογένεια, Αἰσχύλ. Χο. 263, Σοφ. Ο. Κ. 370, Εὐρ. Ὀρ. 70, Μηδ. 114· - [[ὡσαύτως]], ὁ πατρικὸς οἶκός τινος, Αἰσχύλ. Πρ. 665. κλπ. ΙΙΙ. [[ἐπιβολή]], σειρὰ λίθων ἢ πλίνθων ἐν οἰκοδομίᾳ, ὑποδείμας τὸν πρῶτον δ. λίθου Αἰθιοπικοῦ Ἡρόδ. 2. 127· διὰ [[τριήκοντα]] δόμων πλίνθου, καθ' ἑκάστην τριακοστὴν σειρὰν πλίνθων, ὁ αὐτ. 1. 179, πρβλ. Ἑβδ. (1 Ἔσδρ. Ϛ', 25)· [[οὕτως]], ἐπιβολαὶ πλίνθων Θουκ. 3. 20. | |lstext='''δόμος''': ὁ, ([[δέμω]]), Λατ. domus, 1) [[οἰκία]], Ὅμ., κλπ.· [[ὡσαύτως]], [[μέρος]] τῆς οἰκίας, [[δωμάτιον]], [[θάλαμος]], Ὀδ. Θ. 57., Χ. 204. - [[ἐντεῦθεν]] [[συχνάκις]] κατὰ πληθ. ἐπὶ οἰκίας, Ὅμ., καὶ οὕτω συνήθως παρὰ Τραγ., [[μάλιστα]] ὁ Σοφ. ἔχει τὸν ἑνικὸν μόνον δίς· σχεδὸν ἀποκλειστικῶς ποιητικόν· ἀντ' [[αὐτοῦ]] δὲ παρὰ πεζοῖς ὑπάρχει [[οἶκος]] ἢ [[οἰκία]]. 2) ἡ [[κατοικία]] θεοῦ, [[ναός]], Διὸς [[δόμος]], δ. Ἀρτέμιδος, κτλ., Ὅμ., Τραγ., κτλ.· Ἐρεχθῆος πυκινὸν δόμον, τὸν οἶκον τοῦ Ἐρεχθέως, δηλ. τὸν ναὸν τῆς Ἀθηνᾶς, Ὀδ. Η. 81· Ἄϊδος δ., ἐπὶ τοῦ [[κάτω]] κόσμου, Ἰλ. Γ. 322, κτλ.· [[ὡσαύτως]], εἰν Ἀΐδαο δόμοισι Χ. 52, καὶ οὕτω παρὰ Τραγ., [[μυστοδόκος]] δ., ἐπὶ τοῦ ἐν Ἐλευσῖνι ναοῦ, Ἀριστοφ. Νεφ. 303· - ἐπὶ ταύτης τῆς ἐννοίας ὁ ἑνικὸς [[εἶναι]] κοινότατος· ἀλλ' ὁ πληθ. [[εἶναι]] [[ὡσαύτως]] συχνὸς παρὰ τοῖς Τραγ.· [[θάλαμος]] ἐντὸς ναοῦ, [[χρύσεος]] [[δόμος]] ἐν Διὸς οἴκῳ Θεόκρ. 17. 17. 3) ἐπὶ ζῴων, [[μάνδρα]], Ἰλ. Μ. 301· σφηκὼν ἢ [[μελισσών]], [[σίμβλος]], [[αὐτόθι]] 169. 4) ἐν Εὐρ. Ἀλκ. 160 κέδρινοι δόμοι [[εἶναι]] [[θήκη]] ἢ [[κιβώτιον]] ἐκ κέδρου. ΙΙ. παρὰ Τραγ. [[ὡσαύτως]], ὁ [[οἶκος]], δηλ. ἡ οἰκογένεια, Αἰσχύλ. Χο. 263, Σοφ. Ο. Κ. 370, Εὐρ. Ὀρ. 70, Μηδ. 114· - [[ὡσαύτως]], ὁ πατρικὸς οἶκός τινος, Αἰσχύλ. Πρ. 665. κλπ. ΙΙΙ. [[ἐπιβολή]], σειρὰ λίθων ἢ πλίνθων ἐν οἰκοδομίᾳ, ὑποδείμας τὸν πρῶτον δ. λίθου Αἰθιοπικοῦ Ἡρόδ. 2. 127· διὰ [[τριήκοντα]] δόμων πλίνθου, καθ' ἑκάστην τριακοστὴν σειρὰν πλίνθων, ὁ αὐτ. 1. 179, πρβλ. Ἑβδ. (1 Ἔσδρ. Ϛ', 25)· [[οὕτως]], ἐπιβολαὶ πλίνθων Θουκ. 3. 20. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br /><b>1</b> maison <i>ou</i> palais ; <i>particul.</i> chambre, appartement;<br /><b>2</b> temple;<br /><b>3</b> demeure des dieux;<br /><b>4</b> abri pour les animaux (bergerie, ruche, trou de serpent);<br /><b>5</b> construction <i>en gén.</i> : δόμοι πλίνθων HDT rangées de briques ; κέδρινοι δόμοι EUR chambre boisée en cèdre;<br /><b>6</b> [[οἱ]] δόμοι demeure, <i>particul.</i> palais, <i>en gén.</i> résidence, patrie;<br /><b>7</b> famille.<br />'''Étymologie:''' R. Δεμ, construire ; cf. [[δέμας]]. | |||
}} | }} |