Anonymous

περικίων: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_3)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''περικίων''': [ῑ], -ον, ὁ ἔχων [[πέριξ]] κίονας, [[περίστυλος]], «εἴποις δ’ ἂν τὸν περίστυλον τόπον καὶ περικίονα (καὶ γὰρ [[στῦλος]] καὶ [[κίων]] ὀνομάζεται)» (Σχολ.), περικίοσι θαλάμοις Εὐρ. Ἀποσπ. 370. 7· περικίονας ναοὺς (κατὰ τὸν Elmsl. ἀντὶ ναῶν) ὁ αὐτ. ἐν Ι. Τ. 405, πρβλ. [[ἀμφικίων]].
|lstext='''περικίων''': [ῑ], -ον, ὁ ἔχων [[πέριξ]] κίονας, [[περίστυλος]], «εἴποις δ’ ἂν τὸν περίστυλον τόπον καὶ περικίονα (καὶ γὰρ [[στῦλος]] καὶ [[κίων]] ὀνομάζεται)» (Σχολ.), περικίοσι θαλάμοις Εὐρ. Ἀποσπ. 370. 7· περικίονας ναοὺς (κατὰ τὸν Elmsl. ἀντὶ ναῶν) ὁ αὐτ. ἐν Ι. Τ. 405, πρβλ. [[ἀμφικίων]].
}}
{{bailly
|btext=ων, ον ; <i>gén.</i> ονος;<br />entouré de colonnes.<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[κιών]]¹.
}}
}}