Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

θαρσούντως: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_20)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θαρσούντως''': παρὰ νεωτ. Ἀττ. θαρρ-, ἐπίρρ. ἐκ τῆς γεν. πληθ. τῆς μετοχ. τοῦ ἐνεστ. τοῦ [[θαρσέω]], [[μετὰ]] θάρρους, Ξεν. Συμπ. 2, 11· θ. ἔχειν Δίων Κ. 53. 3.
|lstext='''θαρσούντως''': παρὰ νεωτ. Ἀττ. θαρρ-, ἐπίρρ. ἐκ τῆς γεν. πληθ. τῆς μετοχ. τοῦ ἐνεστ. τοῦ [[θαρσέω]], [[μετὰ]] θάρρους, Ξεν. Συμπ. 2, 11· θ. ἔχειν Δίων Κ. 53. 3.
}}
{{bailly
|btext=<i>ion. et anc. att. c.</i> [[θαρρούντως]].
}}
}}