Anonymous

πρόληψις: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_10)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πρόληψις''': ἡ, ἡ ἐκ τῶν προτέρων [[ἀντίληψις]], οἵα κατὰ τοὺς Στωϊκοὺς ἐξ ἀρχῆς ἐνεφυτεύθη εἰς τὸν ἀνθρώπινον νοῦν, [[ἔννοια]] φυσικὴ τοῦ [[καθόλου]] Χρύσιππ. παρὰ Διογ. Λ. 7. 54· κατὰ πρόληψιν ἐννοεῖσθαι Ἐπίκουρ. [[αὐτόθι]] 10. 33, πρβλ. Κικ. Ν. D. 1. 16 καὶ 17· αἱ ἔμφυτοι πρ. Πλούτ. 2. 1041Ε, 1042Α· ἑρμηνεύεται δὲ ὑπὸ τοῦ Κικέρωνος διὰ τῶν λ. notio, antipatio, praenotio, πρβλ. Ἀρρ. Ἐπίκτ. 1. 22· ― ἀλλ’ ἐν ἑτέρῳ χωρίῳ (2. 900Β) ὁ Πλούτ. παριστάνει τὴν πρόληψιν ὡς ἀντικειμένην τῇ λ. [[ἔννοια]], ἣν κτᾶταί τις διὰ τῆς πείρας: ― [[ἐντεῦθεν]], 2) ἐν τῇ [[κοινῇ]] χρήσει, προτέρα [[ἔννοια]] ἢ αντίληψις, Πολύβ. 8. 29, 1· πρ. ἔχειν τινὸς ὁ αὐτ. 10. 43, 8. ΙΙ. ἐν Ρητ. [[προκατάληψις]] ΙΙ· ― ἐν Κικ. de Div. 2. 53, ὁ Orelli [[πρόσληψις]].
|lstext='''πρόληψις''': ἡ, ἡ ἐκ τῶν προτέρων [[ἀντίληψις]], οἵα κατὰ τοὺς Στωϊκοὺς ἐξ ἀρχῆς ἐνεφυτεύθη εἰς τὸν ἀνθρώπινον νοῦν, [[ἔννοια]] φυσικὴ τοῦ [[καθόλου]] Χρύσιππ. παρὰ Διογ. Λ. 7. 54· κατὰ πρόληψιν ἐννοεῖσθαι Ἐπίκουρ. [[αὐτόθι]] 10. 33, πρβλ. Κικ. Ν. D. 1. 16 καὶ 17· αἱ ἔμφυτοι πρ. Πλούτ. 2. 1041Ε, 1042Α· ἑρμηνεύεται δὲ ὑπὸ τοῦ Κικέρωνος διὰ τῶν λ. notio, antipatio, praenotio, πρβλ. Ἀρρ. Ἐπίκτ. 1. 22· ― ἀλλ’ ἐν ἑτέρῳ χωρίῳ (2. 900Β) ὁ Πλούτ. παριστάνει τὴν πρόληψιν ὡς ἀντικειμένην τῇ λ. [[ἔννοια]], ἣν κτᾶταί τις διὰ τῆς πείρας: ― [[ἐντεῦθεν]], 2) ἐν τῇ [[κοινῇ]] χρήσει, προτέρα [[ἔννοια]] ἢ αντίληψις, Πολύβ. 8. 29, 1· πρ. ἔχειν τινὸς ὁ αὐτ. 10. 43, 8. ΙΙ. ἐν Ρητ. [[προκατάληψις]] ΙΙ· ― ἐν Κικ. de Div. 2. 53, ὁ Orelli [[πρόσληψις]].
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />action de prendre d’avance ; <i>t. de philos.</i> la notion acquise par les sens, <i>chez les Épicuriens</i> ; <i>p. ext.</i> notion antérieure à toute perception par les sens <i>ou</i> à toute éducation de l’esprit, idée innée.<br />'''Étymologie:''' [[προλαμβάνω]].
}}
}}