Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

εὐθεώρητος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_16)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εὐθεώρητος''': -ον, εὐκόλως ὁρώμενος, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 27· τινι, ὑπό τινος, Διόδ. 19. 37. 2) εὐνόητος, Ἀριστ. Ρητ. 1. 15, 25· εὐθεώρητόν ἐστι [[περί]] τινος ὁ αὐτ. π. Ζ. Γεν. 1. 18, 32· οὐκ ἔστιν εὐθ. [[ποτέρως]]... ὁ αὐτ. ἐν Σοφιστ. Ἐλεγχ. 25. 3.
|lstext='''εὐθεώρητος''': -ον, εὐκόλως ὁρώμενος, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 27· τινι, ὑπό τινος, Διόδ. 19. 37. 2) εὐνόητος, Ἀριστ. Ρητ. 1. 15, 25· εὐθεώρητόν ἐστι [[περί]] τινος ὁ αὐτ. π. Ζ. Γεν. 1. 18, 32· οὐκ ἔστιν εὐθ. [[ποτέρως]]... ὁ αὐτ. ἐν Σοφιστ. Ἐλεγχ. 25. 3.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />facile à percevoir, à connaître <i>ou</i> à comprendre.<br />'''Étymologie:''' [[εὖ]], [[θεωρέω]].
}}
}}