3,273,153
edits
(6_3) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''παραφθάνω''': [ᾰ], ἀόρ. β΄ παρέφθην, μετοχ. ἐνεργ. καὶ μέσ., παραφθές, -φθάμενος, ὁ [[μόνος]] [[χρόνος]] ἐν χρήσει παρ’ Ὁμ.: ἀόρ. α΄ μετοχ., παραφθάσας μνημονεύεται ἐκ τοῦ Νόννου. Προφθάνω, [[καταφθάνω]], [[τοσσάκι]] μιν... ἀποστρέψασκε παραφθὰς Ἰλ. Χ. 197· εἰ δ’ ἄμμε παραφθήῃσι πόδεσσι (Ἐπικ. ὑποτ., κοινῶς παραφθαίησι, [[ὅπερ]] [[εἶναι]] εὐκτ., ἴδε Spitzn.), Κ. 346· κέρδεσιν, [[οὔτι]] τάχει γε, παραφθάμενος Μενέλαον Ψ. 515. | |lstext='''παραφθάνω''': [ᾰ], ἀόρ. β΄ παρέφθην, μετοχ. ἐνεργ. καὶ μέσ., παραφθές, -φθάμενος, ὁ [[μόνος]] [[χρόνος]] ἐν χρήσει παρ’ Ὁμ.: ἀόρ. α΄ μετοχ., παραφθάσας μνημονεύεται ἐκ τοῦ Νόννου. Προφθάνω, [[καταφθάνω]], [[τοσσάκι]] μιν... ἀποστρέψασκε παραφθὰς Ἰλ. Χ. 197· εἰ δ’ ἄμμε παραφθήῃσι πόδεσσι (Ἐπικ. ὑποτ., κοινῶς παραφθαίησι, [[ὅπερ]] [[εἶναι]] εὐκτ., ἴδε Spitzn.), Κ. 346· κέρδεσιν, [[οὔτι]] τάχει γε, παραφθάμενος Μενέλαον Ψ. 515. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>ao.2</i> παρέφθην, <i>3ᵉ sg. opt. épq.</i> παραφθαίησι, <i>part.</i> [[παραφθάς]] <i>et part. Moy.</i> παραφθάμενος;<br />devancer, dépasser à la course, acc..<br />'''Étymologie:''' [[παρά]], [[φθάνω]]. | |||
}} | }} |