Anonymous

πεντηκόνταρχος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_15)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πεντηκόνταρχος''': ὁ, ὁ [[διοικητής]], σώματος ἐκ [[πεντήκοντα]] ἀνδρῶν, [[ἀξιωματικός]] τις ὑπὸ τὸν τριήραρχον, Δημ. 1212. 6, καὶ 20., 1214. 13· καὶ αὕτη πρέπει νὰ [[εἶναι]] ἡ [[σημασία]] τῆς λέξ. ἐν Ξεν. Ἀθην. Πολ. 1. 2. ― ὁ Ἁρποκρ. ἑρμηνεύει «[[πεντηκόνταρχος]]: ὁ τῆς πεντηκοντόρου ἄρχων, ὡς δηλοῖ Δημοσθένης ἐν τῷ περὶ τοῦ ἐπιτριηραρχήματος, ὅτι δὲ [[πεντηκόντορος]] ἐκαλεῖτο ἡ [[ναῦς]] ἡ ὑπὸ [[πεντήκοντα]] ἐρεσσομένη πρόδηλον»· ἀλλ’ ἴδε Böckh Inscr. Nav. σ. 120.
|lstext='''πεντηκόνταρχος''': ὁ, ὁ [[διοικητής]], σώματος ἐκ [[πεντήκοντα]] ἀνδρῶν, [[ἀξιωματικός]] τις ὑπὸ τὸν τριήραρχον, Δημ. 1212. 6, καὶ 20., 1214. 13· καὶ αὕτη πρέπει νὰ [[εἶναι]] ἡ [[σημασία]] τῆς λέξ. ἐν Ξεν. Ἀθην. Πολ. 1. 2. ― ὁ Ἁρποκρ. ἑρμηνεύει «[[πεντηκόνταρχος]]: ὁ τῆς πεντηκοντόρου ἄρχων, ὡς δηλοῖ Δημοσθένης ἐν τῷ περὶ τοῦ ἐπιτριηραρχήματος, ὅτι δὲ [[πεντηκόντορος]] ἐκαλεῖτο ἡ [[ναῦς]] ἡ ὑπὸ [[πεντήκοντα]] ἐρεσσομένη πρόδηλον»· ἀλλ’ ἴδε Böckh Inscr. Nav. σ. 120.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br /><i>litt.</i> commandant de cinquante hommes ; <i>particul.</i> officier d’administration qui suppléait le triérarque pour l’administration ; commandant en second sur une galère.<br />'''Étymologie:''' [[πεντήκοντα]], [[ἄρχω]].
}}
}}