Anonymous

ἀφρίζω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_13a)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀφρίζω''': μέλλ. -ίσω, = [[ἀφρέω]], [[κάμνω]] ἢ εκβάλλω άφρούς, Σοφ. Ἠλ. 719, Ἱπποκρ. 645. 2· ἐπὶ ποτηρίου οἴνου, πλῆρες, ἀφρίζον Ἀντιφάν. ἐν «Ομοίοις» 1, 6· [[κρατήρ]]... [[πλήρης]], ἀφρίζων Ἄλεξ. ἐν «Κύκνῳ» 1.
|lstext='''ἀφρίζω''': μέλλ. -ίσω, = [[ἀφρέω]], [[κάμνω]] ἢ εκβάλλω άφρούς, Σοφ. Ἠλ. 719, Ἱπποκρ. 645. 2· ἐπὶ ποτηρίου οἴνου, πλῆρες, ἀφρίζον Ἀντιφάν. ἐν «Ομοίοις» 1, 6· [[κρατήρ]]... [[πλήρης]], ἀφρίζων Ἄλεξ. ἐν «Κύκνῳ» 1.
}}
{{bailly
|btext=<i>f.</i> ἀφρίσω;<br />écumer.<br />'''Étymologie:''' [[ἀφρός]].
}}
}}