3,270,470
edits
(6_13a) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀπολῐβάζω''': μέλλ. -ξω, [[κυρίως]], ἀσποστάζω, ἀλλὰ καὶ [[ἀπορρίπτω]], «ἀπολιβάξαι· το ἐκρυῆναι ἀπὸ τῆς λιβάδος…, οἱ δὲ ἀπορρίψαι και ἀποφθείρειν, Φερεκρ. ἐν «Δουλοδιδασκάλῳ» 8. Α. Β. 431, 3. ΙΙ. ἀμετάβ., [[ἐκπίπτω]], [[πόρρω]] απέρχομαι, ἐξαφανίζομαι, οὐκ απολιβάξεις εἰς ἀποκίαν τινὰ Εὔπολ. ἐν «Πόλεσιν» 28, πρβλ. Ἀριστοφ. Ὄρν. 1467· καὶ ἴδε ἀπολιταργέω. | |lstext='''ἀπολῐβάζω''': μέλλ. -ξω, [[κυρίως]], ἀσποστάζω, ἀλλὰ καὶ [[ἀπορρίπτω]], «ἀπολιβάξαι· το ἐκρυῆναι ἀπὸ τῆς λιβάδος…, οἱ δὲ ἀπορρίψαι και ἀποφθείρειν, Φερεκρ. ἐν «Δουλοδιδασκάλῳ» 8. Α. Β. 431, 3. ΙΙ. ἀμετάβ., [[ἐκπίπτω]], [[πόρρω]] απέρχομαι, ἐξαφανίζομαι, οὐκ απολιβάξεις εἰς ἀποκίαν τινὰ Εὔπολ. ἐν «Πόλεσιν» 28, πρβλ. Ἀριστοφ. Ὄρν. 1467· καὶ ἴδε ἀπολιταργέω. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<b>1</b> <i>intr.</i> faire ses paquets pour déguerpir, déguerpir;<br /><b>2</b> <i>tr.</i> faire déguerpir.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[λιβάζω]]. | |||
}} | }} |