Anonymous

ἀποστομόω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_2)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀποστομόω''': [[κλείω]] τὸ [[στόμα]] τινός, [[κλείω]], [[φράττω]], Πολύβ. Ἀποσπ. 26· ἀντίθετον τῷ [[ἀναστομόω]]. ΙΙ. = [[ἀποστομίζω]] 1, ὅπλα... ἀπεστομωμένα Διον. Ἁλ. 6.14: μεταφ. Λουκ. Τίμ. 10.
|lstext='''ἀποστομόω''': [[κλείω]] τὸ [[στόμα]] τινός, [[κλείω]], [[φράττω]], Πολύβ. Ἀποσπ. 26· ἀντίθετον τῷ [[ἀναστομόω]]. ΙΙ. = [[ἀποστομίζω]] 1, ὅπλα... ἀπεστομωμένα Διον. Ἁλ. 6.14: μεταφ. Λουκ. Τίμ. 10.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />émousser.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[στομόω]].
}}
}}