3,277,197
edits
(6_10) |
(Bailly1_1) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀποδημητικός''': -ή, -όν, ἀγαπῶν τὰς ἀποδημίας, τὰ ταξείδια, Δικαίαρχ. 1. 9· εἰ δὲ μὴ ἀποδημητικὰς ποιεῖσθαι τὰς παραστάσεις αὐτῶν, εἰ δὲ μὴ νὰ ἐξοστρακίζωνται εἰς ξένην χώραν, Ἀριστ. Πολιτικ. 5. 8, 12: μεταφ., [[διαβατικός]], ὅ ἐ. Θνητός, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 3. 24, 4· πρβλ. [[αὐτόθι]] 60 καὶ 105. | |lstext='''ἀποδημητικός''': -ή, -όν, ἀγαπῶν τὰς ἀποδημίας, τὰ ταξείδια, Δικαίαρχ. 1. 9· εἰ δὲ μὴ ἀποδημητικὰς ποιεῖσθαι τὰς παραστάσεις αὐτῶν, εἰ δὲ μὴ νὰ ἐξοστρακίζωνται εἰς ξένην χώραν, Ἀριστ. Πολιτικ. 5. 8, 12: μεταφ., [[διαβατικός]], ὅ ἐ. Θνητός, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 3. 24, 4· πρβλ. [[αὐτόθι]] 60 καὶ 105. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br /><b>1</b> qui voyage à l’étranger;<br /><b>2</b> qui émigre (de ce monde dans l’autre), mortel.<br />'''Étymologie:''' [[ἀποδημέω]]. | |||
}} | }} |