3,276,901
edits
(6_13a) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀποσκώπτω''': μέλλ. -ψομαι (καὶ -ψω, παρὰ Βυζ.) [[ἐμπαίζω]], περιπέζω, Θαλῆν ἀστρονομοῦντα… θεραπαινὶς ἀποσκῶψαι λέγεται Πλάτ. Θεαίτ. 174Α: [[ὡσαύτως]], ἀπ. πρὸς ἢ εἴς τινα, [[χλευάζω]] τινά, Δίων Κ. 48. 38, Λουκ. Ἑρμότ. 51, κτλ.· ἐπί τινι Δίων Κ. 60. 33· τί εἴς τινα Διογ. Λ. 5. 11. | |lstext='''ἀποσκώπτω''': μέλλ. -ψομαι (καὶ -ψω, παρὰ Βυζ.) [[ἐμπαίζω]], περιπέζω, Θαλῆν ἀστρονομοῦντα… θεραπαινὶς ἀποσκῶψαι λέγεται Πλάτ. Θεαίτ. 174Α: [[ὡσαύτως]], ἀπ. πρὸς ἢ εἴς τινα, [[χλευάζω]] τινά, Δίων Κ. 48. 38, Λουκ. Ἑρμότ. 51, κτλ.· ἐπί τινι Δίων Κ. 60. 33· τί εἴς τινα Διογ. Λ. 5. 11. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=railler.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[σκώπτω]]. | |||
}} | }} |