Anonymous

ἀστρογείτων: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_16)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀστρογείτων''': -ον, γεν. ονος, ὁ γειτνιάζων τοῖς ἀστράσι, ἀστρογείτονας… κορυφὰς Αἰσχύλ. Πρ. 721.
|lstext='''ἀστρογείτων''': -ον, γεν. ονος, ὁ γειτνιάζων τοῖς ἀστράσι, ἀστρογείτονας… κορυφὰς Αἰσχύλ. Πρ. 721.
}}
{{bailly
|btext=ων, ον ; <i>gén.</i> ονος;<br />voisin des astres.<br />'''Étymologie:''' [[ἄστρον]], [[γείτων]].
}}
}}