3,270,824
edits
(6_4) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''αὔλιος''': -α, -ον, ([[αὐλή]] Ι), ἀνήκων εἰς ἐπαύλεις, αὐλίοις… ἐν ἄντροις, ἐν ἀγροτικοῖς σπηλαίοις, Εὐρ. Ἴων 500, (εἰ καὶ ὁ Ἕρμανος περιορίζει τὴν σημασ. ταύτην εἰς τὸ [[αὔλειος]] ὡς ἐπιθέτου τοῦ ὀνόματος [[αὐλή]], παράγει δὲ τὸ [[αὔλιος]] ἐκ τοῦ [[αὐλός]])· - ἀλλ’ ἀστὴρ [[αὔλιος]], [[εἶναι]] ὁ ἔσπερος, κατὰ τὴν ἀνατολὴν τοῦ ὁποίου ἀποσύρονται οἱ ἄνθρωποι εἰς τὰς οἰκίας αὐτῶν, «[[αὔλιον]] ἀστέρα τὸν ἕσπερον λέγει, ἢ παρὰ τὸ αὐλίζεσθαι, ὅ ἐστι κοιμᾶσθαι, ἢ παρὰ τὸ ἐν αὐλαῖς διατρίβειν καθ’ ἥν ὥραν ὁ [[ἕσπερος]] ἀνατέλλει» (Σχόλ.), Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 1630, Καλλιμ. Ἀποσπ. 465 (Blomf.). II. [[αὔλιος]] [[θύρα]] = [[αὔλειος]], Μένανδ. ἐν «Ἱερείᾳ» 2. | |lstext='''αὔλιος''': -α, -ον, ([[αὐλή]] Ι), ἀνήκων εἰς ἐπαύλεις, αὐλίοις… ἐν ἄντροις, ἐν ἀγροτικοῖς σπηλαίοις, Εὐρ. Ἴων 500, (εἰ καὶ ὁ Ἕρμανος περιορίζει τὴν σημασ. ταύτην εἰς τὸ [[αὔλειος]] ὡς ἐπιθέτου τοῦ ὀνόματος [[αὐλή]], παράγει δὲ τὸ [[αὔλιος]] ἐκ τοῦ [[αὐλός]])· - ἀλλ’ ἀστὴρ [[αὔλιος]], [[εἶναι]] ὁ ἔσπερος, κατὰ τὴν ἀνατολὴν τοῦ ὁποίου ἀποσύρονται οἱ ἄνθρωποι εἰς τὰς οἰκίας αὐτῶν, «[[αὔλιον]] ἀστέρα τὸν ἕσπερον λέγει, ἢ παρὰ τὸ αὐλίζεσθαι, ὅ ἐστι κοιμᾶσθαι, ἢ παρὰ τὸ ἐν αὐλαῖς διατρίβειν καθ’ ἥν ὥραν ὁ [[ἕσπερος]] ἀνατέλλει» (Σχόλ.), Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 1630, Καλλιμ. Ἀποσπ. 465 (Blomf.). II. [[αὔλιος]] [[θύρα]] = [[αὔλειος]], Μένανδ. ἐν «Ἱερείᾳ» 2. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=α, ον :<br /><b>1</b> qui concerne l’étable, la bergerie <i>ou</i> les bergers ; ἀστὴρ [[αὔλιος]] l’étoile du berger ; <i>p. ext.</i> rustique, <i>selon d’autres</i> qui résonne du son de la flûte;<br /><b>2</b> <i>c.</i> [[αὔλειος]].<br />'''Étymologie:''' [[αὐλή]], ou [[αὐλός]] pour le dernier sens. | |||
}} | }} |