Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀπρόσμικτος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_18)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπρόσμικτος''': -ον, ὁ μὴ ἐρχόμενος εἰς ἐπιμιξίαν, ἡ μὴ συγκοινωνῶν τινι, ξένοισι [[ἀπρόσμικτος]] Ἡρόδ. 1. 65: ἀπολ., «[[ἄφιλος]], [[ἄμικτος]], [[ἀπρόσμικτος]]» [[Πολυδ]]. Γ΄, 64. - Ἐπίρρ. ἀπροσμίκτως ὁ αὐτ. Ε΄, 193.
|lstext='''ἀπρόσμικτος''': -ον, ὁ μὴ ἐρχόμενος εἰς ἐπιμιξίαν, ἡ μὴ συγκοινωνῶν τινι, ξένοισι [[ἀπρόσμικτος]] Ἡρόδ. 1. 65: ἀπολ., «[[ἄφιλος]], [[ἄμικτος]], [[ἀπρόσμικτος]]» [[Πολυδ]]. Γ΄, 64. - Ἐπίρρ. ἀπροσμίκτως ὁ αὐτ. Ε΄, 193.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui n’a pas de commerce avec, insociable.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[προσμίγνυμι]].
}}
}}