3,274,903
edits
(6_11) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''αὐτοκρᾰτορικός''': -ή, -όν, ὁ τοῦ αὐτοκράτορος, ὁ εἰς τὸν αὐτοκράτορα ἀνήκων, ἢ διὰ τὸν αὐτοκράτορα [[ἁρμόδιος]], Διον. Ἁλ. 8. 59. 2) [[ἐλεύθερος]], [[αὐτεξούσιος]], Κλήμ. Ἀλ. 434. ‒ Ἐπίρρ. -κῶς, δεσποτικῶς, Πλουτ. Ἀντ. 15. | |lstext='''αὐτοκρᾰτορικός''': -ή, -όν, ὁ τοῦ αὐτοκράτορος, ὁ εἰς τὸν αὐτοκράτορα ἀνήκων, ἢ διὰ τὸν αὐτοκράτορα [[ἁρμόδιος]], Διον. Ἁλ. 8. 59. 2) [[ἐλεύθερος]], [[αὐτεξούσιος]], Κλήμ. Ἀλ. 434. ‒ Ἐπίρρ. -κῶς, δεσποτικῶς, Πλουτ. Ἀντ. 15. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br /><b>1</b> de l’empereur, impérial;<br /><b>2</b> indépendant.<br />'''Étymologie:''' [[αὐτοκράτωρ]]. | |||
}} | }} |