Anonymous

ἀφαυρός: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_4)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀφαυρός''': -ά, -όν, [[ἄνευ]] σθένους, [[ἀδύνατος]], ἠΰτε παιδὸς ἀφαυροῦ Ἰλ. Η. 235· ἀλλ’ ὁ Ὅμ. ὡς καὶ ἄλλοι ποιηταὶ μεταχειρίζονται αὐτὸ σχεδὸν μόνον ἐν τῷ συγκρ. καὶ ὑπερθ., σέο πολλὸν ἀφαυρότερος [[αὐτόθι]] 457· ἵνα μή οἱ ἀφαυρότερον [[βέλος]] εἴη Μ. 458· οὔ μιν ἀφαυρότατος βάλ’ Ἀχαιῶν Ο. 11, πρβλ. Ὀδ. Υ. 11, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 584, Πίνδ., κτλ.· ῥείθρων ἀφαυροτέρην, ἐπὶ γεφύρας μὴ [[ἀρκούντως]] ἰσχυρᾶς, [[ὥστε]] νὰ ἀντιστῇ εἰς τὴν ὁρμὴν τοῦ ῥεύματος, Ἐπιγράμμ. Ἑλλ. 1078. 6· οὕτω παρὰ πεζοῖς, Ξεν. Ἱππ. 22. 8· ἀλλὰ τὸ θετικ. ἀπαντᾷ παρὰ Τιμ. Λοκρ. 102C. Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 1. 11, 5. ‒ Ἐπίρρ. ἀφαυρῶς Ἀνθ. Π. 6. 267. (Πιθ. = [[φαῦρος]], ὅ ἐ. [[φαῦλος]], [[φλαῦρος]] [[μετὰ]] α εὐφων.· πρβλ. [[ἀμαυρός]]).
|lstext='''ἀφαυρός''': -ά, -όν, [[ἄνευ]] σθένους, [[ἀδύνατος]], ἠΰτε παιδὸς ἀφαυροῦ Ἰλ. Η. 235· ἀλλ’ ὁ Ὅμ. ὡς καὶ ἄλλοι ποιηταὶ μεταχειρίζονται αὐτὸ σχεδὸν μόνον ἐν τῷ συγκρ. καὶ ὑπερθ., σέο πολλὸν ἀφαυρότερος [[αὐτόθι]] 457· ἵνα μή οἱ ἀφαυρότερον [[βέλος]] εἴη Μ. 458· οὔ μιν ἀφαυρότατος βάλ’ Ἀχαιῶν Ο. 11, πρβλ. Ὀδ. Υ. 11, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 584, Πίνδ., κτλ.· ῥείθρων ἀφαυροτέρην, ἐπὶ γεφύρας μὴ [[ἀρκούντως]] ἰσχυρᾶς, [[ὥστε]] νὰ ἀντιστῇ εἰς τὴν ὁρμὴν τοῦ ῥεύματος, Ἐπιγράμμ. Ἑλλ. 1078. 6· οὕτω παρὰ πεζοῖς, Ξεν. Ἱππ. 22. 8· ἀλλὰ τὸ θετικ. ἀπαντᾷ παρὰ Τιμ. Λοκρ. 102C. Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 1. 11, 5. ‒ Ἐπίρρ. ἀφαυρῶς Ἀνθ. Π. 6. 267. (Πιθ. = [[φαῦρος]], ὅ ἐ. [[φαῦλος]], [[φλαῦρος]] [[μετὰ]] α εὐφων.· πρβλ. [[ἀμαυρός]]).
}}
{{bailly
|btext=ά, όν :<br />frêle, débile;<br /><i>Cp.</i> ἀφαυρότερος, <i>Sp.</i> ἀφαυρότατος.<br />'''Étymologie:''' [[ἀφαύω]].
}}
}}