3,253,652
edits
(6_17) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''βᾰρύθῡμος''': -ον, ὁ βεβαρημένος τὴν ψυχὴν, ἠγανακτημένος, [[κατηφής]], Εὐρ. Μηδ. 176, Καλλ. εἰς Δήμ. 81, κτλ.-Ἐπίρρ. -μως Ἀλκίφρ. 2. 3. ἀποδοκιμαζόμενον ὑπὸ τοῦ [[Πολυδ]]. 3. 99. | |lstext='''βᾰρύθῡμος''': -ον, ὁ βεβαρημένος τὴν ψυχὴν, ἠγανακτημένος, [[κατηφής]], Εὐρ. Μηδ. 176, Καλλ. εἰς Δήμ. 81, κτλ.-Ἐπίρρ. -μως Ἀλκίφρ. 2. 3. ἀποδοκιμαζόμενον ὑπὸ τοῦ [[Πολυδ]]. 3. 99. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />irrité, mécontent.<br />'''Étymologie:''' [[βαρύς]], [[θυμός]]. | |||
}} | }} |