Anonymous

βλῆτρον: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_21)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''βλῆτρον''': τό, [[σιδηροῦς]] [[δεσμός]], [[κρίκος]], [[καρφίον]], [[εἶδος]] σφηνός, ξυστὸν κολλητὸν βλήτροισι Ἰλ. Ο. 678.
|lstext='''βλῆτρον''': τό, [[σιδηροῦς]] [[δεσμός]], [[κρίκος]], [[καρφίον]], [[εἶδος]] σφηνός, ξυστὸν κολλητὸν βλήτροισι Ἰλ. Ο. 678.
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />clou, cheville.<br />'''Étymologie:''' [[βάλλω]].
}}
}}