3,274,919
edits
(6_15) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''βούλαρχος''': ὁ, ὁ [[πρόεδρος]] τῆς βουλῆς ἐν Θυατείρoiς, Συλλ. Ἐπιγρ. 3494· ἐν Ἀμοργῷ, Ἐπιγράμμ. Ἑλλ. (προσθῆκ.) 277α. Ἴδε Λεξικὸν ἀθησ. λέξ. Κουμανούδ. ΙΙ. ὁ τὴν πρωτοβουλίαν ἔχων ἔν τινι σχεδίῳ, Λατ. auctor consilii, Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 12, 969. | |lstext='''βούλαρχος''': ὁ, ὁ [[πρόεδρος]] τῆς βουλῆς ἐν Θυατείρoiς, Συλλ. Ἐπιγρ. 3494· ἐν Ἀμοργῷ, Ἐπιγράμμ. Ἑλλ. (προσθῆκ.) 277α. Ἴδε Λεξικὸν ἀθησ. λέξ. Κουμανούδ. ΙΙ. ὁ τὴν πρωτοβουλίαν ἔχων ἔν τινι σχεδίῳ, Λατ. auctor consilii, Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 12, 969. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />auteur d’un avis ; <i>postér.</i> président du Sénat.<br />'''Étymologie:''' [[βουλή]], [[ἄρχω]]. | |||
}} | }} |