3,277,176
edits
(6_16) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''βᾰθύζωνος''': -ον, βαθέως ἐζωσμένος, δηλ. οὐχὶ ὑψηλὰ καὶ ὑπὸ τὸ [[στῆθος]] (πρβλ. [[εὔζωνος]]), ἀλλὰ χαμηλὰ κατὰ τὴν ὀσφὺν [[ὥστε]] ἡ ἐσθὴς νὰ σχηματίζῃ μέγαν πτυχώδη κόλπον (πρβλ. [[βαθύκολπος]]), βαθυζώνους τε γυναῖκας Ἰλ. Θ. 594, Ὀδ. Γ. 154· ἐν ἀμφοτέροις τοῖς χωρίοις ἐπὶ ξένων γυναικῶν αἰχμαλωτισθεισῶν ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων, («βαρβάρων γυναικῶν τὸ ἐπίθετον», Σχόλ. εἰς Ὀδ. ἔνθ' ἀνωτ.)· οὕτω, βαθυζώνων ... Περσίδων Αἰσχύλ. Πέρσ. 155· πρβλ. M üller Archäol. d. Kunst § 339, Böckh. Expl. Pind. O. 3. 35. | |lstext='''βᾰθύζωνος''': -ον, βαθέως ἐζωσμένος, δηλ. οὐχὶ ὑψηλὰ καὶ ὑπὸ τὸ [[στῆθος]] (πρβλ. [[εὔζωνος]]), ἀλλὰ χαμηλὰ κατὰ τὴν ὀσφὺν [[ὥστε]] ἡ ἐσθὴς νὰ σχηματίζῃ μέγαν πτυχώδη κόλπον (πρβλ. [[βαθύκολπος]]), βαθυζώνους τε γυναῖκας Ἰλ. Θ. 594, Ὀδ. Γ. 154· ἐν ἀμφοτέροις τοῖς χωρίοις ἐπὶ ξένων γυναικῶν αἰχμαλωτισθεισῶν ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων, («βαρβάρων γυναικῶν τὸ ἐπίθετον», Σχόλ. εἰς Ὀδ. ἔνθ' ἀνωτ.)· οὕτω, βαθυζώνων ... Περσίδων Αἰσχύλ. Πέρσ. 155· πρβλ. M üller Archäol. d. Kunst § 339, Böckh. Expl. Pind. O. 3. 35. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου;<br /><i>adj.</i><br />dont la ceinture fait retomber la robe en plis profonds.<br />'''Étymologie:''' [[βαθύς]], [[ζώνη]]. | |||
}} | }} |