Anonymous

βωμολοχικός: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_11)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''βωμολοχικός''': -ή, -όν, ἔχων κλίσιν πρὸς φλυαρίαν, βωμολοχίαν, Λουκ. Ἑρμοτ. 58.
|lstext='''βωμολοχικός''': -ή, -όν, ἔχων κλίσιν πρὸς φλυαρίαν, βωμολοχίαν, Λουκ. Ἑρμοτ. 58.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />de bouffon, de mauvais plaisant.<br />'''Étymologie:''' [[βωμολόχος]].
}}
}}