Anonymous

γράω: Difference between revisions

From LSJ
133 bytes added ,  9 August 2017
Bailly1_1
(6_3)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''γράω''': [[τρώγω]], ῥοκανίζω, Καλλ. Ἀποσπ. 200, Γαλην. 5. 715· Κυπριακὸν κατὰ τὸν Ἡσύχ. (Πιθανῶς ἐκ τῆς αὐτῆς ῥίζης ἐξ ἧς τὸ [[βιβρώσκω]] (ἴδε Β β. t), πρβλ. Σανσκρ. gras (vorare)· [[ὁπόθεν]] καὶ [[γράστις]], Λατ. gramen (Ἀγγλ. grass, [[χόρτος]])· πρβλ. καὶ [[γραίνω]], [[γάγγραινα]]).
|lstext='''γράω''': [[τρώγω]], ῥοκανίζω, Καλλ. Ἀποσπ. 200, Γαλην. 5. 715· Κυπριακὸν κατὰ τὸν Ἡσύχ. (Πιθανῶς ἐκ τῆς αὐτῆς ῥίζης ἐξ ἧς τὸ [[βιβρώσκω]] (ἴδε Β β. t), πρβλ. Σανσκρ. gras (vorare)· [[ὁπόθεν]] καὶ [[γράστις]], Λατ. gramen (Ἀγγλ. grass, [[χόρτος]])· πρβλ. καὶ [[γραίνω]], [[γάγγραινα]]).
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />manger, dévorer (… grailler).<br />'''Étymologie:''' DELG <i>skr.</i> grásate « dévorer ».
}}
}}