Anonymous

δαιτρός: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_14)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δαιτρός''': ὁ, ([[δαίω]]) ὁ κόπτων καὶ διαμοιράζων, ἰδίως [[κρέας]] κατὰ τὸ [[δεῖπνον]], Ὀδ. Α. 141., Ρ. 331, πρβλ. Ἀθήν. 12D.
|lstext='''δαιτρός''': ὁ, ([[δαίω]]) ὁ κόπτων καὶ διαμοιράζων, ἰδίως [[κρέας]] κατὰ τὸ [[δεῖπνον]], Ὀδ. Α. 141., Ρ. 331, πρβλ. Ἀθήν. 12D.
}}
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br /><i>litt.</i> celui qui découpe les aliments et distribue les portions.<br />'''Étymologie:''' [[δαίνυμι]].
}}
}}