Anonymous

δεινοπαθέω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_1)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δεινοπᾰθέω''': (παθεῑν) μεγαλοφώνως παραπονοῦμαι διὰ τὰ παθήματά μου, Δημ. 1023, ἐν τέλ., Πολύβ. 12. 6, 9· ἐπί τινι Διόδ. 19. 75, Πλούτ. 2.781Α. ― Τὸ οὐσιαστ. δεινοπάθεια κατακρίνεται ὡς εὐτελὲς ὑπὸ τοῦ [[Πολυδ]]. Ϛ΄, 201, πρβλ. Σουΐδ. ἐν λ. [[τραγῳδία]].
|lstext='''δεινοπᾰθέω''': (παθεῑν) μεγαλοφώνως παραπονοῦμαι διὰ τὰ παθήματά μου, Δημ. 1023, ἐν τέλ., Πολύβ. 12. 6, 9· ἐπί τινι Διόδ. 19. 75, Πλούτ. 2.781Α. ― Τὸ οὐσιαστ. δεινοπάθεια κατακρίνεται ὡς εὐτελὲς ὑπὸ τοῦ [[Πολυδ]]. Ϛ΄, 201, πρβλ. Σουΐδ. ἐν λ. [[τραγῳδία]].
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br /><i>seul. prés., impf. et ao.</i><br />subir de mauvais traitements, être maltraité <i>ou</i> lésé ; se plaindre avec véhémence.<br />'''Étymologie:''' [[δεινός]], [[πάθος]].
}}
}}