Anonymous

διατινάσσω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_13a)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διατῐνάσσω''': μέλλ. -ξω, [[τινάσσω]] δυνατά, τινάσσων [[συντρίβω]], ἐπὴν [[σχεδίην]]… διὰ [[κῦμα]] τινάξῃ Ὀδ. Ε. 363· τά δώματα Εὐρ. Βάκχ. 600· μέσ. μέλλ. [[μετὰ]] παθ. σημασ., [[αὐτόθι]] 588. ΙΙ. κινῶ [[μετὰ]] βίας, [[κάρα]] δ. ἄνω [[κάτω]] ὁ αὐτ. Ι. Τ. 282.
|lstext='''διατῐνάσσω''': μέλλ. -ξω, [[τινάσσω]] δυνατά, τινάσσων [[συντρίβω]], ἐπὴν [[σχεδίην]]… διὰ [[κῦμα]] τινάξῃ Ὀδ. Ε. 363· τά δώματα Εὐρ. Βάκχ. 600· μέσ. μέλλ. [[μετὰ]] παθ. σημασ., [[αὐτόθι]] 588. ΙΙ. κινῶ [[μετὰ]] βίας, [[κάρα]] δ. ἄνω [[κάτω]] ὁ αὐτ. Ι. Τ. 282.
}}
{{bailly
|btext=<i>ao.</i> διετίναξα;<br />secouer en tous sens : [[κάρα]] δ. [[ἄνω]] [[κάτω]] EUR faire de la tête des signes véhéments.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[τινάσσω]].
}}
}}