Anonymous

διασφενδονάω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_1)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διασφενδονάω''': [[διασκορπίζω]] ἐκτινάσσων μακρὰν ὡς διὰ σφενδόνης, Διόδ. 17. 83. -Παθ., ἐκτινάσσομαι εἰς τεμάχια, Ξεν. Ἀν. 4. 2, 3, Πλούτ. Μαρκέλλ. 15.
|lstext='''διασφενδονάω''': [[διασκορπίζω]] ἐκτινάσσων μακρὰν ὡς διὰ σφενδόνης, Διόδ. 17. 83. -Παθ., ἐκτινάσσομαι εἰς τεμάχια, Ξεν. Ἀν. 4. 2, 3, Πλούτ. Μαρκέλλ. 15.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />atteindre avec des projectiles lancés de côté et d’autre par une fronde ; <i>Pass.</i> être atteint par une grêle de projectiles.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[σφενδονάω]].
}}
}}