3,274,919
edits
(6_21) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''χάσμα''': τό, ([[χαίνω]]) ὡς καὶ νῦν, χαίνουσα ὀπὴ γῆς, [[ῥῆγμα]] γῆς, [[βάραθρον]], χ. μέγα, ἐπὶ τοῦ Ταρεάρου, Ἡσ. Θεογ. 740· Ταρτάρου ἄβυσσα χ. Εὐρ. Φοίν. 1605· χ. γῆς Ἡρόδ. 7. 30· χ. τῆς γῆς Πλάτ. Φαίδων 111Ε, κλπ.· χθονός, πέτρας Εὐρ. Ἴων 281, Ι. Τ. 626, κλπ. ΙΙ. τὸ [[ἄνοιγμα]] τοῦ στόματος, ὡς τὸ Λατιν. rictus, χ. θηρὸς ὁ αὐτ. ἐν Ἡρ. Μαιν. 363· ἐπὶ τοῦ ἀνοίγματος τῆς περικεφαλαίας, ὁ αὐτ. ἐν Ρήσ. 209· ἐπὶ χαίνοντος βαράθρου, [[Χάρυβδις]] .. ἅρμα περιβαλοῦσα χάσματι ὁ αὐτ. ἐν Ἱκ. 501· Σκύλλης χάσμασι Ἀνθ. Π. 11. 379· χ. φάρυγος, ἐπὶ λέοντος, [[αὐτόθι]] 6. 218· χ. ὀδόντων Ἀνακρεόντ. 24. 4· κλπ. ΙΙΙ. [[καθόλου]], πᾶσα [[μεγάλη]] [[ἔκτασις]], ἐκτεταμένον [[διάστημα]], [[ὅθεν]] λέγεται ἐπὶ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς θαλάσσης, [[χάσμα]] πελάγεος τὸ δὴ Αἰγαῖον καλέεται Ἡρόδ. 4. 85, πρβλ. Πλάτ. Πολ. 614D. | |lstext='''χάσμα''': τό, ([[χαίνω]]) ὡς καὶ νῦν, χαίνουσα ὀπὴ γῆς, [[ῥῆγμα]] γῆς, [[βάραθρον]], χ. μέγα, ἐπὶ τοῦ Ταρεάρου, Ἡσ. Θεογ. 740· Ταρτάρου ἄβυσσα χ. Εὐρ. Φοίν. 1605· χ. γῆς Ἡρόδ. 7. 30· χ. τῆς γῆς Πλάτ. Φαίδων 111Ε, κλπ.· χθονός, πέτρας Εὐρ. Ἴων 281, Ι. Τ. 626, κλπ. ΙΙ. τὸ [[ἄνοιγμα]] τοῦ στόματος, ὡς τὸ Λατιν. rictus, χ. θηρὸς ὁ αὐτ. ἐν Ἡρ. Μαιν. 363· ἐπὶ τοῦ ἀνοίγματος τῆς περικεφαλαίας, ὁ αὐτ. ἐν Ρήσ. 209· ἐπὶ χαίνοντος βαράθρου, [[Χάρυβδις]] .. ἅρμα περιβαλοῦσα χάσματι ὁ αὐτ. ἐν Ἱκ. 501· Σκύλλης χάσμασι Ἀνθ. Π. 11. 379· χ. φάρυγος, ἐπὶ λέοντος, [[αὐτόθι]] 6. 218· χ. ὀδόντων Ἀνακρεόντ. 24. 4· κλπ. ΙΙΙ. [[καθόλου]], πᾶσα [[μεγάλη]] [[ἔκτασις]], ἐκτεταμένον [[διάστημα]], [[ὅθεν]] λέγεται ἐπὶ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς θαλάσσης, [[χάσμα]] πελάγεος τὸ δὴ Αἰγαῖον καλέεται Ἡρόδ. 4. 85, πρβλ. Πλάτ. Πολ. 614D. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ατος (τό) :<br />ouverture béante, <i>particul.</i> :<br /><b>1</b> gouffre, abîme;<br /><b>2</b> ouverture de la bouche.<br />'''Étymologie:''' [[χαίνω]]. | |||
}} | }} |