Anonymous

σαργάνη: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_11)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σαργάνη''': ἡ, ὡς τὸ [[ταργάνη]], [[πλέγμα]], [[δεσμός]], Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 788. 2) καλάθιον, Τιμοκλ. ἐν «Ληθ.» 1, Λουκ. Λεξιφάν. 6, Β΄ Ἐπιστ. πρ. Κορινθ. ια΄, 33, Ἡσύχ.
|lstext='''σαργάνη''': ἡ, ὡς τὸ [[ταργάνη]], [[πλέγμα]], [[δεσμός]], Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 788. 2) καλάθιον, Τιμοκλ. ἐν «Ληθ.» 1, Λουκ. Λεξιφάν. 6, Β΄ Ἐπιστ. πρ. Κορινθ. ια΄, 33, Ἡσύχ.
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br />osier tressé ; corbeille.<br />'''Étymologie:''' DELG terme techn. en -άνη, prob. emprunté.
}}
}}