3,273,401
edits
(6_22) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διαπρέπω''': φαίνομαι [[ἔξοχος]] ἢ [[ἐπιφανής]], [[ἐπίσημος]], [[προσβάλλω]] τὴν ὅρασιν, κινῶ εἰς θαυμασμόν, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 351, Πίνδ. Ο. 1. 3· διαπρέπον κακὸν ([[ἔνθα]] ὁ Δινδ. [[χάριν]] τοῦ μέτρου διορθοῖ ζαπρέπον, ἴδε ἐν λ. ζά), Αἰσχύλ. Πέρσ. 1006. 2) [[ἐξέχω]] ὑπέρ τινα· [[μετὰ]] γεν., δ. πάντων ἀψυχίᾳ Εὐρ. Ἀλκ. 642· [[ὡσαύτως]] ἔν ἢ ἐπί τινι Ἀνθ. Π. 9. 513, Λουκ. Ὀρχ. 9. ΙΙ. μετ’ αἰτιατ. πράγμ., διακοσμῶ, Εὐρ. παρὰ Πλάτ. Γοργ. 485Ε. | |lstext='''διαπρέπω''': φαίνομαι [[ἔξοχος]] ἢ [[ἐπιφανής]], [[ἐπίσημος]], [[προσβάλλω]] τὴν ὅρασιν, κινῶ εἰς θαυμασμόν, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 351, Πίνδ. Ο. 1. 3· διαπρέπον κακὸν ([[ἔνθα]] ὁ Δινδ. [[χάριν]] τοῦ μέτρου διορθοῖ ζαπρέπον, ἴδε ἐν λ. ζά), Αἰσχύλ. Πέρσ. 1006. 2) [[ἐξέχω]] ὑπέρ τινα· [[μετὰ]] γεν., δ. πάντων ἀψυχίᾳ Εὐρ. Ἀλκ. 642· [[ὡσαύτως]] ἔν ἢ ἐπί τινι Ἀνθ. Π. 9. 513, Λουκ. Ὀρχ. 9. ΙΙ. μετ’ αἰτιατ. πράγμ., διακοσμῶ, Εὐρ. παρὰ Πλάτ. Γοργ. 485Ε. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>seul. prés.</i><br /><b>1</b> <i>intr.</i> se faire remarquer, briller : τινί, [[ἐπί]] τινι, ἔν τινι se distinguer par qch, en qch ; δ. τινός τινι l’emporter sur qqn par qch;<br /><b>2</b> <i>tr.</i> travestir.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[πρέπω]]. | |||
}} | }} |