3,274,187
edits
(6_2) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συμμανθάνω''': [[μανθάνω]] [[ὁμοῦ]] μετά τινος, [[μετέχω]] ἐν τῇ μαθήσει ἢ ἐν τῇ γνώσει, τινὶ Ξεν. Συμπ. 2, 21· ὁ συμμαθών, ὁ ἐθισθεὶς εἴς τι [[πρᾶγμα]], ὁ αὐτ. ἐν Ἀν. 4. 5, 27· ― ἐν Σοφ. Αἴ. 869 τὸ συμμαθεῖν ἑρμηνεύεται ὑπὸ τοῦ Σχολ. διὰ τοῦ διδάξαι, [[ὅπερ]] δεικνύει ὅτι ἡ [[λέξις]] [[εἶναι]] ἐφθαρμένη· ὁ Elmsl. ἑρμηνεύει διὰ τοῦ [[ὥστε]] με σ., [[ὥστε]] νὰ συμμετάσχω τῆς γνώσεως, νὰ μάθω τὸ μυστικόν, ὁ δὲ Jebb προτείνει ἀντὶ τοῦ συμμαθεῖν τὸ συνναίειν, ἴδε σημ. [[αὐτοῦ]] ἐν τόπῳ. | |lstext='''συμμανθάνω''': [[μανθάνω]] [[ὁμοῦ]] μετά τινος, [[μετέχω]] ἐν τῇ μαθήσει ἢ ἐν τῇ γνώσει, τινὶ Ξεν. Συμπ. 2, 21· ὁ συμμαθών, ὁ ἐθισθεὶς εἴς τι [[πρᾶγμα]], ὁ αὐτ. ἐν Ἀν. 4. 5, 27· ― ἐν Σοφ. Αἴ. 869 τὸ συμμαθεῖν ἑρμηνεύεται ὑπὸ τοῦ Σχολ. διὰ τοῦ διδάξαι, [[ὅπερ]] δεικνύει ὅτι ἡ [[λέξις]] [[εἶναι]] ἐφθαρμένη· ὁ Elmsl. ἑρμηνεύει διὰ τοῦ [[ὥστε]] με σ., [[ὥστε]] νὰ συμμετάσχω τῆς γνώσεως, νὰ μάθω τὸ μυστικόν, ὁ δὲ Jebb προτείνει ἀντὶ τοῦ συμμαθεῖν τὸ συνναίειν, ἴδε σημ. [[αὐτοῦ]] ἐν τόπῳ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<b>1</b> s’instruire <i>ou</i> apprendre avec;<br /><b>2</b> s’habituer à.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[μανθάνω]]. | |||
}} | }} |