3,274,919
edits
(6_10) |
(Bailly1_2) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δῑνωτός''': -ή, -όν, ([[δινόω]]) [[τορνευτός]], [[στρογγύλος]], [[ἀσπίς]], [[λέχος]] Ἰλ. Γ. 391, Ὀδ. Τ. 56· ῥινοῖσι βοῶν καὶ νώροπι χαλκῷ δινωτὴν [ἐνν. ἀσπίδα], κατεσκευασμένην κυκλοτερῶς διὰ δερμάτων βοῶν καὶ χαλκῶν πλακῶν, Ἰλ. Ν. 407. | |lstext='''δῑνωτός''': -ή, -όν, ([[δινόω]]) [[τορνευτός]], [[στρογγύλος]], [[ἀσπίς]], [[λέχος]] Ἰλ. Γ. 391, Ὀδ. Τ. 56· ῥινοῖσι βοῶν καὶ νώροπι χαλκῷ δινωτὴν [ἐνν. ἀσπίδα], κατεσκευασμένην κυκλοτερῶς διὰ δερμάτων βοῶν καὶ χαλκῶν πλακῶν, Ἰλ. Ν. 407. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br />fait au tour ; ῥινοῖσι καὶ χαλκῷ δινητή IL bouclier couvert sur toute sa surface ronde de peaux et d’airain.<br />'''Étymologie:''' [[δῖνος]]. | |||
}} | }} |