3,273,773
edits
(6_13b) |
(Bailly1_2) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διπλᾰσιάζω''': μέλλ. -άσω, ποιῶ τι διπλάσιον, Λυσ. 211, Πλάτ. Νόμ. 920Α. - Παθ., Ξεν. Ἀγησ. 5, 1· πρβλ. [[διπλάζω]]. ΙΙ. ἀμετάβ., εἶμαι [[διπλάσιος]] τὸν ὄγκον ἢ τὸ [[μέγεθος]], τινὸς Διόδ. 4. 84. | |lstext='''διπλᾰσιάζω''': μέλλ. -άσω, ποιῶ τι διπλάσιον, Λυσ. 211, Πλάτ. Νόμ. 920Α. - Παθ., Ξεν. Ἀγησ. 5, 1· πρβλ. [[διπλάζω]]. ΙΙ. ἀμετάβ., εἶμαι [[διπλάσιος]] τὸν ὄγκον ἢ τὸ [[μέγεθος]], τινὸς Διόδ. 4. 84. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>f.</i> διπλασιάσω;<br /><b>1</b> doubler, acc.;<br /><b>2</b> rapporter le double;<br /><b>3</b> <i>t. de gramm.</i> redoubler.<br />'''Étymologie:''' [[διπλάσιος]]. | |||
}} | }} |