3,277,121
edits
(6_9) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δυσθῡμία''': ἡ, [[ἀθυμία]], Ἱππ. Ἀρχ. Ἰητρ. 12 κ. ἀλλ., Σοφ. Ἀποσπ. 584, Πλάτ., κτλ.· πρὶν ἐλθεῖν ξυμμάχοις δυσθυμίαν Εὐρ. Ἱκ. 696· ἐν τῷ πληθ., ὁ αὐτ. Μηδ. 691, Ἀριστ. Προβλ. 30. 1, 26. | |lstext='''δυσθῡμία''': ἡ, [[ἀθυμία]], Ἱππ. Ἀρχ. Ἰητρ. 12 κ. ἀλλ., Σοφ. Ἀποσπ. 584, Πλάτ., κτλ.· πρὶν ἐλθεῖν ξυμμάχοις δυσθυμίαν Εὐρ. Ἱκ. 696· ἐν τῷ πληθ., ὁ αὐτ. Μηδ. 691, Ἀριστ. Προβλ. 30. 1, 26. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br />découragement, affliction.<br />'''Étymologie:''' [[δύσθυμος]]. | |||
}} | }} |