Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

εἴρερος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_14)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εἴρερος''': ὁ, [[δουλεία]], αἱχμαλωσία, εἴρερον εἰσανάγουσι, ἄγουσιν εἰς δουλείαν, Ὀδ. Θ. 529· (ἴδε ἐν λ. [[εἴρω]])· τῶν [[ἅπαξ]] εἰρημένων λέξεων, Ἀπολλωνίου Λεξικ.
|lstext='''εἴρερος''': ὁ, [[δουλεία]], αἱχμαλωσία, εἴρερον εἰσανάγουσι, ἄγουσιν εἰς δουλείαν, Ὀδ. Θ. 529· (ἴδε ἐν λ. [[εἴρω]])· τῶν [[ἅπαξ]] εἰρημένων λέξεων, Ἀπολλωνίου Λεξικ.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />captivité.<br />'''Étymologie:''' [[εἴρω]]¹ avec redoubl.
}}
}}