3,277,040
edits
(6_10) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐγγυθήκη''': ἡ, καὶ παρὰ Λουκ. ἐγγυοθήκη, [[κιβώτιον]] ἢ [[θήκη]] πρὸς φύλαξιν πραγμάτων, Λουκ. Λεξιφ. 2. ΙΙ. [[ὑπόθεμα]] δι’ ἀγγεῖα, τρίποδας, κτλ., Λατ. incitega, Ἀθ. 210Β· πρβλ. Λυσ. Ἀποσπ. 18, Μυλλέρου Arch. d. Kunst § 299. 9· ὀρθότ. [[ἀγγοθήκη]]. | |lstext='''ἐγγυθήκη''': ἡ, καὶ παρὰ Λουκ. ἐγγυοθήκη, [[κιβώτιον]] ἢ [[θήκη]] πρὸς φύλαξιν πραγμάτων, Λουκ. Λεξιφ. 2. ΙΙ. [[ὑπόθεμα]] δι’ ἀγγεῖα, τρίποδας, κτλ., Λατ. incitega, Ἀθ. 210Β· πρβλ. Λυσ. Ἀποσπ. 18, Μυλλέρου Arch. d. Kunst § 299. 9· ὀρθότ. [[ἀγγοθήκη]]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ης (ἡ) :<br /><i>mieux que</i> [[ἐγγυοθήκη]];<br />caisse, coffre.<br />'''Étymologie:''' [[ἐγγύς]], [[θήκη]]. | |||
}} | }} |