Anonymous

ἐκλυτήριος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_18)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐκλῠτήριος''': -ον, ὁ συντελῶν ἢ [[κατάλληλος]] πρὸς ἀπολύτρωσιν· - ἐκλυτήριον, τό, [[ἀπαλλαγή]], [[σωτηρία]], Σοφ. Ο. Τ. 392· [[ἱλαστήριος]] [[θυσία]] ἢ [[προσφορά]], Εὐρ. Φοίν. 969.
|lstext='''ἐκλῠτήριος''': -ον, ὁ συντελῶν ἢ [[κατάλληλος]] πρὸς ἀπολύτρωσιν· - ἐκλυτήριον, τό, [[ἀπαλλαγή]], [[σωτηρία]], Σοφ. Ο. Τ. 392· [[ἱλαστήριος]] [[θυσία]] ἢ [[προσφορά]], Εὐρ. Φοίν. 969.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui concerne l’affranchissement, la délivrance.<br />'''Étymologie:''' [[ἐκλύω]].
}}
}}