Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἐκκυβεύω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_2)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐκκυβεύω''': [[παίζω]] εἰς τοὺς κύβους, μεταφ., [[διακινδυνεύω]], ῥιψοκινδυνῶ, ἐκκυβεύειν τοῖς ὅλοις, [[ὑπὲρ]] τῶν ὅλων Φύλαρχ. 54, πρβλ. Πολύβ. 2. 63, 3., 1. 87, 8., 3. 94, 4. ΙΙ. Παθ. νικῶμαι εἰς τοὺς κύβους, χάνω εἰς τὸ [[παιγνίδιον]], χιλίους ἐκκυβευθεῖσα Δαρεικοὺς Πλούτ. Ἀρτοξ. 17.
|lstext='''ἐκκυβεύω''': [[παίζω]] εἰς τοὺς κύβους, μεταφ., [[διακινδυνεύω]], ῥιψοκινδυνῶ, ἐκκυβεύειν τοῖς ὅλοις, [[ὑπὲρ]] τῶν ὅλων Φύλαρχ. 54, πρβλ. Πολύβ. 2. 63, 3., 1. 87, 8., 3. 94, 4. ΙΙ. Παθ. νικῶμαι εἰς τοὺς κύβους, χάνω εἰς τὸ [[παιγνίδιον]], χιλίους ἐκκυβευθεῖσα Δαρεικοὺς Πλούτ. Ἀρτοξ. 17.
}}
{{bailly
|btext=<b>1</b> risquer au jeu de dés;<br /><b>2</b> <i>Pass.</i> perdre au jeu de dés : χιλίους ἐκκυβευθεῖσα δαρεικούς PLUT ayant perdu au jeu mille dariques.<br />'''Étymologie:''' [[ἐκ]], [[κυβεύω]].
}}
}}