Anonymous

ἐπιβοηθέω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_12)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπιβοηθέω''': Ἰων. -[[βωθέω]], [[ἔρχομαι]] εἰς βοήθειαν, βοηθῶ, τινὶ Ἡρόδ. 3. 146., 7. 207, Θουκ. 3. 69., 4. 29, κ. ἀλλ. ΙΙ. [[πέμπω]] βοήθειαν [[ἐναντίον]] τινός, [[ὅπως]] οἱ Ἀθηναῖοι, [[ἀμφοτέρωθεν]] θορυβούμενοι, ἧσσον ταῖς ναυσὶν ἐς τὴν Μυτιλήνην καταπλεούσαις ἐπιβοηθήσουσιν ὁ αὐτ. 3. 26· ἐπί τινα Ξεν. Ἑλλην. 7. 5, 24· ἀπολ., Θουκ. 3. 96 κ. ἀλλ.
|lstext='''ἐπιβοηθέω''': Ἰων. -[[βωθέω]], [[ἔρχομαι]] εἰς βοήθειαν, βοηθῶ, τινὶ Ἡρόδ. 3. 146., 7. 207, Θουκ. 3. 69., 4. 29, κ. ἀλλ. ΙΙ. [[πέμπω]] βοήθειαν [[ἐναντίον]] τινός, [[ὅπως]] οἱ Ἀθηναῖοι, [[ἀμφοτέρωθεν]] θορυβούμενοι, ἧσσον ταῖς ναυσὶν ἐς τὴν Μυτιλήνην καταπλεούσαις ἐπιβοηθήσουσιν ὁ αὐτ. 3. 26· ἐπί τινα Ξεν. Ἑλλην. 7. 5, 24· ἀπολ., Θουκ. 3. 96 κ. ἀλλ.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />venir au secours : τινι de qqn ; [[ἐπί]] τινα XÉN contre un ennemi.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[βοηθέω]].
}}
}}