Anonymous

ἐκπαιδεύω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_1)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐκπαιδεύω''': [[ἀνατρέφω]] ἐκ παιδικῆς ἡλικίας, Εὐρ. Κύκλ. 276· δίδω ἐντελῆ ἐκπαίδευσιν, [[ἐκπαιδεύω]], Πλάτ. Κρίτων 45D· πρβλ. [[ἐκπιδύομαι]]. ΙΙ. [[διδάσκω]] τινά τι, καὶ πάνθ’ ὅσα προσήκει... ἀκριβῶς ἐξεπαίδευσε Δίων Κ. 45. 2: [[ἀλλά]], ΙΙΙ. ἐκπ. τινί τι, ἐντυπώνω εἰς αὐτὸν διὰ τῆς διδασκαλίας, Λατ. ingenerare, Εὐρ. Ἀποσπ. 53. 5.
|lstext='''ἐκπαιδεύω''': [[ἀνατρέφω]] ἐκ παιδικῆς ἡλικίας, Εὐρ. Κύκλ. 276· δίδω ἐντελῆ ἐκπαίδευσιν, [[ἐκπαιδεύω]], Πλάτ. Κρίτων 45D· πρβλ. [[ἐκπιδύομαι]]. ΙΙ. [[διδάσκω]] τινά τι, καὶ πάνθ’ ὅσα προσήκει... ἀκριβῶς ἐξεπαίδευσε Δίων Κ. 45. 2: [[ἀλλά]], ΙΙΙ. ἐκπ. τινί τι, ἐντυπώνω εἰς αὐτὸν διὰ τῆς διδασκαλίας, Λατ. ingenerare, Εὐρ. Ἀποσπ. 53. 5.
}}
{{bailly
|btext=élever dès l’enfance ; élever complètement.<br />'''Étymologie:''' [[ἐκ]], [[παιδεύω]].
}}
}}