Anonymous

νυνί: Difference between revisions

From LSJ
601 bytes added ,  9 August 2017
Bailly1_3
(6_5)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''νῡνί''': Ἀττ. [[τύπος]] τοῦ νῦν, ἐπιτεταμ. διὰ τοῦ δεικτικοῦ -ῑ τώρα δά, κατὰ ταύτην τὴν στιγμήν, ἐν χρήσει σχεδὸν ἀποκλειστικῶς ἐπὶ τοῦ παρόντος· σπανίως [[μετὰ]] τοῦ παρατ. ἢ μέλλ. (ἴδε νῦν Ι. 2), ὧν ν. διέβαλλε Δημ. 229. 23· ν. δὲ πειράσομαι Αἰσχίν. 31. 29· - τὸ [[νυνί]], ὡς καὶ ἄλλοι τύποι εἰς -ί, [[οὐδέποτε]] ἦτο ἐν χρήσει παρὰ τοῖς Τραγ., ἂν καὶ εἰσήχθη ὑπό τινος ἀντιγραφέως εἰς τὸ [[χωρίον]] ἐν Εὐρ. Ἱκ. 306, ἴδε Πόρσ. εἰς Μήδ. 157· οὕτω καὶ τὸ ἐν τῇ κοινολεκτουμένῃ Ἀττικῇ νυνγαρί, ἀντὶ νυνὶ γάρ, Εὐστ. 45. 3· νυνμενί, ἀντὶ τοῦ νυνὶ μέν, Ἀριστοφ. Ὄρν. 448· νυνδί, ἀντὶ τοῦ νυνὶ δέ, ὁ αὐτ. ἐν Ἱππ. 1357, Πλ. 1033, πρβλ. Ἀντιφ. ἐν «Πλουσίοις» 1. 16.
|lstext='''νῡνί''': Ἀττ. [[τύπος]] τοῦ νῦν, ἐπιτεταμ. διὰ τοῦ δεικτικοῦ -ῑ τώρα δά, κατὰ ταύτην τὴν στιγμήν, ἐν χρήσει σχεδὸν ἀποκλειστικῶς ἐπὶ τοῦ παρόντος· σπανίως [[μετὰ]] τοῦ παρατ. ἢ μέλλ. (ἴδε νῦν Ι. 2), ὧν ν. διέβαλλε Δημ. 229. 23· ν. δὲ πειράσομαι Αἰσχίν. 31. 29· - τὸ [[νυνί]], ὡς καὶ ἄλλοι τύποι εἰς -ί, [[οὐδέποτε]] ἦτο ἐν χρήσει παρὰ τοῖς Τραγ., ἂν καὶ εἰσήχθη ὑπό τινος ἀντιγραφέως εἰς τὸ [[χωρίον]] ἐν Εὐρ. Ἱκ. 306, ἴδε Πόρσ. εἰς Μήδ. 157· οὕτω καὶ τὸ ἐν τῇ κοινολεκτουμένῃ Ἀττικῇ νυνγαρί, ἀντὶ νυνὶ γάρ, Εὐστ. 45. 3· νυνμενί, ἀντὶ τοῦ νυνὶ μέν, Ἀριστοφ. Ὄρν. 448· νυνδί, ἀντὶ τοῦ νυνὶ δέ, ὁ αὐτ. ἐν Ἱππ. 1357, Πλ. 1033, πρβλ. Ἀντιφ. ἐν «Πλουσίοις» 1. 16.
}}
{{bailly
|btext=<span class="bld">1</span><i>d’ord. enclit.</i> [[νυν]], <i>ou devant une consonne</i> [[νυ]];<br /><i>adv.</i><br />donc :<br /><b>1</b> <i>pour marquer la suite d’un raisonnement</i> : ἧκε δὲ [[βέλος]], [[οἱ]] [[δέ]] [[νυ]] λαοὶ θνῇσκον IL il lança un trait, et les troupes mouraient;<br /><b>2</b> <i>avec un impér.</i> : [[ἄγε]] [[νυν]] ATT allons donc;<br /><b>3</b> <i>pour renforcer une affirmation</i> : ἦ [[ῥά]] [[νυν]] certes oui !.<br /><span class="bld">2</span><i>adv.</i><br /><i>att. c.</i> [[νῦν]].
}}
}}