Anonymous

παλαιστής: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_19)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''παλαιστής''': -οῦ, ὁ ([[παλαίω]]) ὁ παλαίων, ὁ ἔχων ὡς [[ἐπάγγελμα]] τὸ παλαίειν, Ὀδ. Θ. 246, Ἡρόδ. 3. 137, Πλάτ., κτλ.· ἄνδρες π. Ἀριστοφ. Λυσ. 1083 παῖδες π. Συλλ. Ἐπιγρ. 1969· σὺν σάκει ... π., ἐπὶ στρατιωτῶν, Σοφ. Ἀποσπ. 738.<br />2) [[καθόλου]], [[ἀντίπαλος]], [[ἐχθρός]], τοῖον παλαιστὴν νῦν παρασκευάζεται ἐπ’ αὐτὸς αὑτῷ, δυσμαχώτατον [[τέρας]] Αἰσχύλ. Πρ. 920· σοφὸς π. [[κεῖνος]], ἐπὶ τοῦ Ὀδυσσέως, Σοφ. Φ. 431· δεινὸς π., ἐπὶ σώματος στρατιωτῶν, Εὐρ. Ἱκέτ. 704· [[ἔνθερμος]] [[μνηστήρ]], Αἰσχύλ. Ἀγ. 1206 ΙΙ. Ἀλεξανδρ. ἀντὶ [[παλαστή]], Ἑβδ. (Ἔξοδ. ΚΕ΄, 23, Γ΄ Βασιλ. Ζ΄, 24).
|lstext='''παλαιστής''': -οῦ, ὁ ([[παλαίω]]) ὁ παλαίων, ὁ ἔχων ὡς [[ἐπάγγελμα]] τὸ παλαίειν, Ὀδ. Θ. 246, Ἡρόδ. 3. 137, Πλάτ., κτλ.· ἄνδρες π. Ἀριστοφ. Λυσ. 1083 παῖδες π. Συλλ. Ἐπιγρ. 1969· σὺν σάκει ... π., ἐπὶ στρατιωτῶν, Σοφ. Ἀποσπ. 738.<br />2) [[καθόλου]], [[ἀντίπαλος]], [[ἐχθρός]], τοῖον παλαιστὴν νῦν παρασκευάζεται ἐπ’ αὐτὸς αὑτῷ, δυσμαχώτατον [[τέρας]] Αἰσχύλ. Πρ. 920· σοφὸς π. [[κεῖνος]], ἐπὶ τοῦ Ὀδυσσέως, Σοφ. Φ. 431· δεινὸς π., ἐπὶ σώματος στρατιωτῶν, Εὐρ. Ἱκέτ. 704· [[ἔνθερμος]] [[μνηστήρ]], Αἰσχύλ. Ἀγ. 1206 ΙΙ. Ἀλεξανδρ. ἀντὶ [[παλαστή]], Ἑβδ. (Ἔξοδ. ΚΕ΄, 23, Γ΄ Βασιλ. Ζ΄, 24).
}}
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br /><b>1</b> lutteur;<br /><b>2</b> rival, adversaire <i>en gén.</i><br /><b>3</b> rusé, fourbe.<br />'''Étymologie:''' [[παλαίω]].
}}
}}