Anonymous

ζάγκλον: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_21)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ζάγκλον''': τό, [[δρέπανον]] πρὸς θερισμόν, Λατ. falx, Θουκ. 6. 4· κατὰ τὸν Στράβ. 268. ζάγκλιον = σκολιὸν (καὶ [[ἑπομένως]] συγγενὲς τῷ ἀγκύλος)· καὶ ὁ Θουκ. 6. 4 λέγει ὅτι ἦτο [[λέξις]] Σικελικὴ ἀντὶ τοῦ [[δρέπανον]]· πρβλ. Κουρτ. Gr. Et. σ. 606.
|lstext='''ζάγκλον''': τό, [[δρέπανον]] πρὸς θερισμόν, Λατ. falx, Θουκ. 6. 4· κατὰ τὸν Στράβ. 268. ζάγκλιον = σκολιὸν (καὶ [[ἑπομένως]] συγγενὲς τῷ ἀγκύλος)· καὶ ὁ Θουκ. 6. 4 λέγει ὅτι ἦτο [[λέξις]] Σικελικὴ ἀντὶ τοῦ [[δρέπανον]]· πρβλ. Κουρτ. Gr. Et. σ. 606.
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />faucille.<br />'''Étymologie:''' DELG mot sicilien de [[Ζάγκλη]] = Messine, dont le port a une forme de faucille.
}}
}}