Anonymous

ἐπικρύπτω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_23)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπικρύπτω''': μέλ. -κρύψω: ἀόρ. β΄ ἐπέκρῠφον. Ἐπικαλύπτω, [[κρύπτω]], [[ὅστις]] δ’ ἀλιτών... χεῖρας φονίας ἐπικρύπτει Αἰσχύλ. Εὐμ. 317˙ τὴν βούλησιν Πλάτ. Κρατ. 421Β (ἐν Εὐρ. Ἱκέτ. 296, ὁ Ἕρμανν. διορθοῖ: ἔπη κρύπτειν)˙ ― συχνὸν παρὰ μεταγεν. πεζογράφοις, ἀλλὰ κατὰ τὸ πλεῖστον ἐν χρήσει ἐν τῷ Μέσῳ τύπῳ, [[σκεπάζω]] τι, δὲν καθιστῶ αὐτὸ φανερὸν εἰς ἄλλους, πάρεστιν αὐτῷ κἀπικρύψασθαι κακὰ Σοφ. Ἀποσπ. 109, ἐν τέλει˙ τὰς [[αὐτοῦ]] τύχας... τοὐπικρύπτεσθαι σοφὸν Εὐρ. Ἀποσπ. 557˙ ἐπ. τὴν αὑτοῦ ἀπορίαν Πλάτ. Λάχ. 196Β, πρβλ. Πρωτ. 346Β ὅ τι οὐχ ὑγιαίνει ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 476Ε˙ τἀληθῆ Δημ. 216. 16˙ ἀπολ., ἐπικρυπτόμενος, μὴ φανερῶν ἑαυτόν, [[μετὰ]] μυστικότητος, Ξεν. Ἀν. 1. 1, 6˙ τὰ δὲ λοιπὰ τῷ μεγέθει τῶν ἄλλων ἔργων ἐπικρυψάμενον Δημ 1415. 3˙ [[ὡσαύτως]], τι εἴς τι Πλουτ. Περικλ. 4: ― ἐπικρύπτεσθαί τινά τι, ἀποκρύπτειν τι ἀπό τινος, φυλάττειν αὐτὸ μυστικόν, Πολύβ. 3. 75, 1˙ [[ὡσαύτως]], ἐπ. τινα ὡς... Πλάτ. Θεαίτ. 180D: ― [[ἀποκρύπτω]] τὸν σκοπόν μου, ἐπεκρύπτοντο γὰρ [[ὅμως]] ἔτι τῶν πεντακισχιλίων τῷ ὀνόματι, «ὅσοις ἦν βουλομένοις δημοκρατεῖσθαι τὴν πόλιν, οὗτοι δὴ [[μόνως]] προσηγόρευον τὴν κατάστασιν ἣν ἐβούλοντο γενέσθαι, φοβούμενοι τὸ [[ὄνομα]], ἀλλ’ ὑπαλλάττοντες πεντακισχιλίους ἐκάλουν» (Σχολ.), Θουκ. 8. 92˙ [[μεταμφιάζω]] ἐμαυτόν, ἐσθῆτι θεράποντος ἐπικρυψάμενος Πλουτ, Καῖσ. 38˙ ἐπικρυπτομένων τοὺς πολλούς, παραπλανώντων, ἐξαπατώντων, Πλάτ. Θεαίτ. 180C. ― Παθ., κρύπτομαι, Ἀριστ. Πολιτ. 3. 5, 9.
|lstext='''ἐπικρύπτω''': μέλ. -κρύψω: ἀόρ. β΄ ἐπέκρῠφον. Ἐπικαλύπτω, [[κρύπτω]], [[ὅστις]] δ’ ἀλιτών... χεῖρας φονίας ἐπικρύπτει Αἰσχύλ. Εὐμ. 317˙ τὴν βούλησιν Πλάτ. Κρατ. 421Β (ἐν Εὐρ. Ἱκέτ. 296, ὁ Ἕρμανν. διορθοῖ: ἔπη κρύπτειν)˙ ― συχνὸν παρὰ μεταγεν. πεζογράφοις, ἀλλὰ κατὰ τὸ πλεῖστον ἐν χρήσει ἐν τῷ Μέσῳ τύπῳ, [[σκεπάζω]] τι, δὲν καθιστῶ αὐτὸ φανερὸν εἰς ἄλλους, πάρεστιν αὐτῷ κἀπικρύψασθαι κακὰ Σοφ. Ἀποσπ. 109, ἐν τέλει˙ τὰς [[αὐτοῦ]] τύχας... τοὐπικρύπτεσθαι σοφὸν Εὐρ. Ἀποσπ. 557˙ ἐπ. τὴν αὑτοῦ ἀπορίαν Πλάτ. Λάχ. 196Β, πρβλ. Πρωτ. 346Β ὅ τι οὐχ ὑγιαίνει ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 476Ε˙ τἀληθῆ Δημ. 216. 16˙ ἀπολ., ἐπικρυπτόμενος, μὴ φανερῶν ἑαυτόν, [[μετὰ]] μυστικότητος, Ξεν. Ἀν. 1. 1, 6˙ τὰ δὲ λοιπὰ τῷ μεγέθει τῶν ἄλλων ἔργων ἐπικρυψάμενον Δημ 1415. 3˙ [[ὡσαύτως]], τι εἴς τι Πλουτ. Περικλ. 4: ― ἐπικρύπτεσθαί τινά τι, ἀποκρύπτειν τι ἀπό τινος, φυλάττειν αὐτὸ μυστικόν, Πολύβ. 3. 75, 1˙ [[ὡσαύτως]], ἐπ. τινα ὡς... Πλάτ. Θεαίτ. 180D: ― [[ἀποκρύπτω]] τὸν σκοπόν μου, ἐπεκρύπτοντο γὰρ [[ὅμως]] ἔτι τῶν πεντακισχιλίων τῷ ὀνόματι, «ὅσοις ἦν βουλομένοις δημοκρατεῖσθαι τὴν πόλιν, οὗτοι δὴ [[μόνως]] προσηγόρευον τὴν κατάστασιν ἣν ἐβούλοντο γενέσθαι, φοβούμενοι τὸ [[ὄνομα]], ἀλλ’ ὑπαλλάττοντες πεντακισχιλίους ἐκάλουν» (Σχολ.), Θουκ. 8. 92˙ [[μεταμφιάζω]] ἐμαυτόν, ἐσθῆτι θεράποντος ἐπικρυψάμενος Πλουτ, Καῖσ. 38˙ ἐπικρυπτομένων τοὺς πολλούς, παραπλανώντων, ἐξαπατώντων, Πλάτ. Θεαίτ. 180C. ― Παθ., κρύπτομαι, Ἀριστ. Πολιτ. 3. 5, 9.
}}
{{bailly
|btext=cacher, dissimuler, acc.;<br /><i><b>Moy.</b></i> ἐπικρύπτομαι;<br /><b>1</b> <i>tr.</i> cacher, dissimuler : [[τι]] qch;<br /><b>2</b> <i>intr.</i> se déguiser, se dissimuler : ὀνόματι THC, ἐσθῆτι PLUT sous un faux nom, sous un vêtement.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[κρύπτω]].
}}
}}