Anonymous

πανοπλία: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_23)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πᾰνοπλία''': Ἰωνικ. -ίη, ἡ, ὁ [[πλήρης]] ὁπλισμὸς τοῦ ὁπλίτου, δηλ. [[ἀσπίς]], περικεφαλαία, θώραξ, κνημῖδες, [[ξίφος]] καὶ [[δόρυ]], Θουκ. 3. 114, Ἰσοκρ. 352D, κτλ.· πανοπλίᾳ. Ἰων. -ίη, ἐν πλήρει ὁπλισμῷ, de pied en cap, Ἡρόδ. 1. 60, Πλάτ. Νόμ. 796Β· κοσμήσαντες π. Ἑλληνικῇ Ἡρόδ. 4. 180 οὕτω, πανοπλίαν ἔχων στῆναι, βαδίζειν Ἀριστοφ. Ὄρν. 830, Πλ. 951· τὴν π. λαβεῖν ὁ αὐτ. Ὄρν. 434· - μεταφορ., ἐνδύσθασθε τὴν π. τοῦ θεοῦ Ἐπιστ. πρὸς Ἐφεσ. Ϛ΄, 11.
|lstext='''πᾰνοπλία''': Ἰωνικ. -ίη, ἡ, ὁ [[πλήρης]] ὁπλισμὸς τοῦ ὁπλίτου, δηλ. [[ἀσπίς]], περικεφαλαία, θώραξ, κνημῖδες, [[ξίφος]] καὶ [[δόρυ]], Θουκ. 3. 114, Ἰσοκρ. 352D, κτλ.· πανοπλίᾳ. Ἰων. -ίη, ἐν πλήρει ὁπλισμῷ, de pied en cap, Ἡρόδ. 1. 60, Πλάτ. Νόμ. 796Β· κοσμήσαντες π. Ἑλληνικῇ Ἡρόδ. 4. 180 οὕτω, πανοπλίαν ἔχων στῆναι, βαδίζειν Ἀριστοφ. Ὄρν. 830, Πλ. 951· τὴν π. λαβεῖν ὁ αὐτ. Ὄρν. 434· - μεταφορ., ἐνδύσθασθε τὴν π. τοῦ θεοῦ Ἐπιστ. πρὸς Ἐφεσ. Ϛ΄, 11.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />panoplie <i>ou</i> armure complète d’un hoplite (bouclier, casque, cuirasse, cuissards, épée et lance).<br />'''Étymologie:''' [[πάνοπλος]].
}}
}}