Anonymous

ῥέα: Difference between revisions

From LSJ
104 bytes added ,  9 August 2017
Bailly1_4
(6_6)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ῥέᾰ''': Ἐπικ. ἐπίρρ. τοῦ [[ῥᾴδιος]], εὐκόλως, εὐχερῶς, Ἰλ. Ε. 304, Θ. 179, κτλ· πρβλ. [[ῥεῖα]], ῥᾷ [υυ, ἔνθ’ ἀνωτ.· ἀλλὰ ὡς μία μακρὰ συλλαβὴ ἐν Ἰλ. Μ. 381, Ν. 144, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 5].
|lstext='''ῥέᾰ''': Ἐπικ. ἐπίρρ. τοῦ [[ῥᾴδιος]], εὐκόλως, εὐχερῶς, Ἰλ. Ε. 304, Θ. 179, κτλ· πρβλ. [[ῥεῖα]], ῥᾷ [υυ, ἔνθ’ ἀνωτ.· ἀλλὰ ὡς μία μακρὰ συλλαβὴ ἐν Ἰλ. Μ. 381, Ν. 144, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 5].
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />facilement, sans peine.<br />'''Étymologie:''' [[ῥᾴδιος]].
}}
}}