Anonymous

σημικίνθιον: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_8)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σημικίνθιον''': ἢ [[σιμικίνθιον]], τό, Λατ. semicinctium, «ποδιὰ» ἢ «μανδῆλι», Πράξ. Ἀποστ. ιθ΄, 12.
|lstext='''σημικίνθιον''': ἢ [[σιμικίνθιον]], τό, Λατ. semicinctium, «ποδιὰ» ἢ «μανδῆλι», Πράξ. Ἀποστ. ιθ΄, 12.
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />sorte de tablier <i>ou</i> de fichu.<br /><i><b>Étym.</b> lat.</i> semicinctium.
}}
}}