Anonymous

τετράπλεθρος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_3)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τετράπλεθρος''': [ᾰ], -ον, συγκείμενος ἐκ τεσσάρων πλέθρων, [[ὥστε]] τὸ ἐμβαδὸν γίγνεσθαι τετράπλεθρον Πολύβ. 6. 27, 2.
|lstext='''τετράπλεθρος''': [ᾰ], -ον, συγκείμενος ἐκ τεσσάρων πλέθρων, [[ὥστε]] τὸ ἐμβαδὸν γίγνεσθαι τετράπλεθρον Πολύβ. 6. 27, 2.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />de quatre arpents.<br />'''Étymologie:''' [[τέσσαρες]], [[πλέθρον]].
}}
}}