Anonymous

ἐμπάλαγμα: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_21)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐμπάλαγμα''': τό, = [[ἐμπλοκή]], ἐναγκαλισμός, Ἡσύχ., [[ὁπόθεν]] (καθὼς καὶ ἐκ τοῦ Σχολ.) ὁ Ἕρμανος ἀποκατέστησε τὴν γραφὴν τἀμπαλάγματα ἐν Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 296.
|lstext='''ἐμπάλαγμα''': τό, = [[ἐμπλοκή]], ἐναγκαλισμός, Ἡσύχ., [[ὁπόθεν]] (καθὼς καὶ ἐκ τοῦ Σχολ.) ὁ Ἕρμανος ἀποκατέστησε τὴν γραφὴν τἀμπαλάγματα ἐν Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 296.
}}
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />embarrassement.<br />'''Étymologie:''' [[ἐμπαλάσσω]].
}}
}}